- τέκτονος
- τέκτωνworker in woodmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
HARMONIDES — Troianus, quem praecipuo quodam amore Minerva dilexit; ideoqueve nihil eum fugit, quod fabrili arte effici posset. Is inter alia naves Alexandro aedificavit, malorum omnium, quae Troianis contigêrunt, caput. Hom. Il. 5. Μηριόνης δὲ φέρεκλον… … Hofmann J. Lexicon universale
σοφία — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από την Ιταλία. Πέθανε από τη λύπη της μετά τον μαρτυρικό θάνατο των τριών θυγατέρων της επί Αδριανού (117 138). Η μνήμη της τιμάται στις 17 Σεπτεμβρίου. 2. Λέγεται ότι είχε ιατρικές γνώσεις … Dictionary of Greek
στάθμη — η, ΝΜΑ, και δωρ. τ. στάθμα Α 1. λεπτό σχοινί τών ξυλουργών για να σημειώνουν, αφού τό εμποτίσουν σε χρώμα, ευθείες γραμμές σε ξύλα ή σανίδες που πρόκειται να κοπούν ή να πελεκηθούν (α. «ὥστε στάθμη δόρυ νήϊον ἐξιθύνει τέκτονος ἐν παλάμῃσι», Ομ.… … Dictionary of Greek
Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… … Dictionary of Greek